Στον Όλυµπο κατοικούσαν και οι θεές στο παλάτι του Δία .
Πρώτη ήταν η Ήρα, η γυναίκα του Δία, βασίλισσα του κόσµου.
Προστάτευε τον γάµο και την οικογένεια κι ήταν πολύ ζηλιάρα.
Η Αφροδίτη ήταν θεά της οµορφιάς.
Γεννήθηκε απ’ τον αφρό της θάλασσας.
Ήταν µητέρα τού φτερωτού θεού Έρωτα, που µε τα βέλη του σηµάδευε τις καρδιές των ανθρώπων
.
Η Αθηνά, η κόρη του Δία, ήταν θεά της σοφίας και των τεχνών.
Πριν ακόµη γεννηθεί η Αθηνά, ο ∆ίας κατάπιε τη µητέρα της, τη σοφή Μήτιδα, γιατί έµαθε πως αυτή, µετά την Αθηνά, θα γεννούσε έναν θεό που θα του έπαιρνε το θρόνο.
Όταν λοιπόν ήρθε η ώρα να γεννηθεί η Αθηνά, ο Δίας διέταξε τον Ήφαιστο να του ανοίξει µ’ ένα τσεκούρι το κεφάλι.
Αµέσως βγήκε απ’ το κεφάλι του πάνοπλη η Αθηνά.
Η Δήµητρα ήταν η θεά της γεωργίας.
Αυτή έµαθε τους ανθρώπους να καλλιεργούν τη γη και να σπέρνουν το σιτάρι.
Προστάτευε τα δέντρα κι όλα τα φυτά κι άλλαζε τις εποχές του χρόνου.
Κόρη της ήταν η Περσεφόνη.
Η Άρτεµη ήταν θεά του κυνηγιού κι αδερφή του Απόλλωνα.
Όλη τη µέρα τριγύριζε στα δάση µε το τόξο και τα βέλη της.
Προστάτευε τα δάση κι όλα τα άγρια ζώα.
Η Εστία ήταν η θεά του σπιτιού.
Προστάτευε τα νοικοκυριά, γι’ αυτό σ’ όλα τα σπίτια υπήρχε ένας µικρός βωµός δικός της, η εστία.
Υπήρχαν και πολλές άλλες µικρότερες θεές στη γη, όπως οι
- 9 Μούσες
- οι 3 Χάριτες,
- οι Νύµφες
- και οι 3 Μοίρες,
και στη θάλασσα
οι Νηρηίδες, οι κόρες του Νηρέα και πολλές άλλες.
Οι Έλληνες λάτρευαν τους θεούς και τις θεές τους σε λαµπρούς ναούς, τους έφτιαχναν αγάλµατα και τους πρόσφεραν δώρα και θυσίες.
πρόσθετες πληροφορίες...
Τα σύμβολα των θεών
Δίας : κεραυνός, αετός, σκήπτρο
Ποσειδώνας: τρίαινα, άλογο, δελφίνια
Ήρα : σκήπτρο, ρόδι, παγώνι
Δήμητρα : στάχυα, δάδες
Αθηνά: κουκουβάγια, περικεφαλαία,ελιά
Εστία: εστία και η φωτιά της
Ήφαιστος: σφυρί, λαβίδα
Άρης : όπλα
Αφροδίτη : φτερωτοί έρωτες, περιστέρι
Απόλλωνας : κιθάρα, δάφνινο στεφάνι
Άρτεμη : τόξο, θήκη µε βέλη, ελάφι
Ερμής : κηρύκειο, φτερωτά σανδάλια
∆ήµητρα και Περσεφόνη
Ο Θεός του Άδη, ο Πλούτωνας, αγάπησε κάποτε την κόρη της θεάς ∆ήµητρας, την Περσεφόνη.
Μια µέρα που η Περσεφόνη έπαιζε σ’ ένα καταπράσινο λιβάδι, είδε έναν ανθισµένο νάρκισσο.
Πήγε να τον µυρίσει κι αµέσως άνοιξε η γη, βγήκε από µέσα ο Πλούτωνας, µε το κατάµαυρο άρµα του, την άρπαξε κι έφυγε για τον Άδη.
Τις σπαραχτικές κραυγές της Περσεφόνης τις άκουσε η µητέρα της κι έτρεξε να τη βρει.
Μα η Περσεφόνη ήταν άφαντη.
Εννιά µερόνυχτα την έψαχνε κλαίγοντας η ∆ήµητρα, ώσπου ο ήλιος τη λυπήθηκε και της φανέρωσε αυτό που είχε γίνει.
Η ∆ήµητρα ζήτησε από το ∆ία να φέρει πίσω την Περσεφόνη µα εκείνος δε δέχτηκε. Θυµωµένη τότε η ∆ήµητρα, έφυγε από τον Όλυµπο κι άρχισε να τριγυρνάει κλαίγοντας στη γη.
Απ’ όπου διάβαινε µαραίνονταν τα δέντρα, ξεραίνονταν όλα τα φυτά, τα σπαρτά και τα λουλούδια.
Τα ζώα κι οι άνθρωποι πέθαιναν απ’ την πείνα.
Είδε τη συµφορά αυτή ο ∆ίας κι έστειλε τον Ερµή να φέρει πίσω την Περσεφόνη από τον Άδη.
Ο Πλούτωνας όµως, πριν φύγει η Περσεφόνη, της έδωσε να φάει λίγα σπυριά από ένα ρόδι µαγεµένο, για να µην τον ξεχάσει.
Έφερε ο Ερµής την Περσεφόνη στη µητέρα της κι αµέσως άνθισαν όλα τα λουλούδια, πρασίνισαν τα δέντρα κι όλα τα φυτά.
Από τότε, οκτώ µήνες το χρόνο έµενε η Περσεφόνη µε τη ∆ήµητρα, και τότε ερχόταν η άνοιξη και το καλοκαίρι.
Τα δέντρα κι όλα τα φυτά της γης έδιναν φρούτα και καρπούς, άνθιζαν τα λουλούδια, η γη πρασίνιζε, κελαηδούσαν τα πουλιά.
Στο τέλος όµως του φθινοπώρου η Περσεφόνη γύριζε στον Πλούτωνα και τότε ερχόταν ο χειµώνας.
Τα δέντρα και τα φυτά µαραίνονταν, η γη κοιµόταν κι όλα περίµεναν την άνοιξη που θα ξαναγύριζε η Περσεφόνη από τον Άδη.
Οµηρικός ύµνος στη ∆ήµητρα (διασκευή)
Αθηνά και Ποσειδώνας
Κάποτε ο Ποσειδώνας και η Αθηνά µάλωναν για το ποιος θα γίνει προστάτης της πόλης του Κέκροπα, της σηµερινής Αθήνας.
Όλοι οι θεοί του Ολύµπου είχαν µαζευτεί πάνω στην Ακρόπολη, κι ο Κέκροπας, ο πρώτος βασιλιάς, ζήτησε από τους δυο θεούς να χαρίσουν δώρα στην πόλη κι όποιος έδινε το καλύτερο να ήταν ο νικητής.
Χτύπησε τότε την τρίαινά του ο Ποσειδώνας στο βράχο της Ακρόπολης κι αµέσως πετάχτηκε αλµυρό νερό κι ένα πολεµικό άλογο.
Χτύπησε το κοντάρι της και η Αθηνά κι αµέσως πετάχτηκε απ’ το βράχο µια ελιά που αµέσως ψήλωσε και γέµισε καρπούς.
Το δώρο της Αθηνάς άρεσε σ’ όλους περισσότερο. Έτσι έγινε η Αθηνά προστάτιδα της πόλης, που πήρε και το όνοµά της. Ονοµάστηκε Αθήνα.
Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Γ 14,1(διασκευή)
Η Αράχνη
Ζούσε στ’ αρχαία χρόνια µια αρχοντοπούλα όµορφη που την έλεγαν Αράχνη.
Ήξερε πολύ καλά την τέχνη του αργαλειού κι ύφαινε υπέροχα υφαντά.
Καυχιόταν πως ήξερε να υφαίνει καλύτερα κι από την Αθηνά.
Κάποτε µάλιστα τόλµησε και ζήτησε από τη θεά να παραβγούν στον αργαλειό.
Η Αθηνά δέχτηκε κι άρχισαν να υφαίνουν.
Ύφαινε η Αθηνά και πάνω στο υφαντό της έφτιαχνε την πάλη της µε τον Ποσειδώνα πάνω στην Ακρόπολη της Αθήνας.
Ύφαινε κι η Αράχνη κι έφτιαχνε τα καµώµατα του ∆ία κι όλων των θεών του Ολύµπου.
Θυµωµένη τότε η Αθηνά, που µια θνητή τόλµησε να συγκριθεί µαζί της, µεταµόρφωσε την κόρη σε έντοµο και την καταράστηκε όλες τις µέρες της ζωής της κρεµασµένη να υφαίνει τον ιστό της.
Οβίδιος, Μεταµορφώσεις 6, 5-145(διασκευή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το σχόλιό σου θα εμφανιστεί μόλις εγκριθεί